Πριν από 25 χρόνια, με το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ το 1987, η διεθνής κοινότητα αποφάσισε για πρώτη φορά να αναλάβει κοινή δράση για την αντιμετώπιση ενός σοβαρού περιβαλλοντικού ζητήματος: της «τρύπας» του όζοντος που άφηνε την καρκινογόνο υπεριώδη ακτινοβολία του ήλιου να φθάνει σε μεγαλύτερες ποσότητες στη Γη, απειλώντας την ανθρώπινη υγεία.
Τώρα η προσπάθεια φαίνεται να αποδίδει πλήρως τους καρπούς της. Οχι μόνο το στρώμα του όζοντος φαίνεται πλέον να αποκαθίσταται σταθερά, αλλά επιτέλους η αποκατάσταση αυτή συνοδεύεται και από αισθητή μείωση της επικίνδυνης ακτινοβολίας. Τα καλά νέα, τα οποία δείχνουν ότι όταν θέλουμε μπορούμε να κάνουμε κάτι για το περιβάλλον, έρχονται από έλληνες ερευνητές, οι οποίοι όμως προειδοποιούν: αν και πράγματι ο ήλιος γίνεται λιγότερο επικίνδυνος, αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να πάψουμε να τον αντιμετωπίζουμε με προσοχή.
«Επιτέλους, ένα καλό νέο από την Ελλάδα!». Το σχόλιο, το οποίο προέρχεται από έναν διακεκριμένο γερμανό επιστήμονα, έχει πολλαπλή σημασία. Εκτός του ότι τα καλά νέα από τη χώρα μας σπανίζουν τελευταία, οι θετικές εξελίξεις που αφορούν την κατάσταση του πλανήτη μας είναι ακόμη σπανιότερες. Μια επιστημονική έρευνα ελληνικής προέλευσης διαπιστώνει όμως ότι δεν είναι απίθανες. Και αποδεικνύει ότι, όταν αποφασίζουμε, συλλογικά και σε παγκόσμιο επίπεδο, να λάβουμε τα σωστά μέτρα και να τα τηρήσουμε, μπορούμε να κάνουμε τη διαφορά.
Οι Έλληνες ερευνητές με επικεφαλής τον ακαδημαϊκό Χρήστο Ζερεφό έδειξαν, για πρώτη φορά ύστερα από δεκαετίες, ότι η αποκατάσταση του στρώματος του όζοντος στην ατμόσφαιρα η οποία παρατηρείται τα τελευταία χρόνια άρχισε επιτέλους να συνοδεύεται από το επιθυμητό αποτέλεσμα: τη μείωση της καρκινογόνου υπεριώδους ακτινοβολίας Β (UVB).
Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να βγάλετε το βραχιολάκι του Μάρτη από το χέρι σας και να τρέξετε να «ψηθείτε» στον ανοιξιάτικο ήλιο. Αφενός, αν και η μείωση είναι αισθητή και φαίνεται ότι θα συνεχιστεί τις επόμενες δεκαετίες, δεν έχει φθάσει ακόμη στα επιθυμητά επίπεδα. Αφετέρου, όπως προειδοποιεί ο κ. Ζερεφός μιλώντας στο «Βήμα», η ηλιακή ακτινοβολία πάντα κρύβει κινδύνους για την υγεία μας. «Αυτά τα καλά νέα δεν πρέπει να μας καθησυχάζουν» τονίζει. «Μπορούμε να χαιρόμαστε τον ήλιο αλλά με προσοχή. Να μην εξαντλούμε την “τράπεζα” υπεριώδους ακτινοβολίας με την οποία γεννηθήκαμε. Κάθε έγκαυμα από τον ήλιο, όσο μικρό και αν είναι, δημιουργεί ένα έλλειμμα σε αυτή την τράπεζα, ιδιαίτερα όταν συμβαίνει σε μικρές ηλικίες».
Θεαματική μείωση της ακτινοβολίας
Από το 2007 η UVB έχει μειωθεί κατά 2%. «Αυτό είναι τεράστιο ποσοστό για τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Το τεστάραμε με μετρήσεις ακριβείας στον Καναδά, στην Ευρώπη και στην Ιαπωνία» λέει ο ακαδημαϊκός. Αντίθετα, η υπεριώδης ακτινοβολία Α (UVA), η οποία δεν απορροφάται από το στρώμα του όζοντος, συνεχίζει να αυξάνεται επειδή ο ήλιος γίνεται φωτεινότερος. Η UVB προκαλεί εγκαύματα και διάφορες μορφές καρκίνου του δέρματος ενώ η UVA επιδρά στον υποδόριο ιστό και μπορεί να αλλάξει τη δομή του κολλαγόνου και των ινών ελαστίνης του δέρματος, επιταχύνοντας έτσι τη γήρανσή του.
Αν και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί απέναντι σε αυτούς τους κινδύνους, ο κ. Ζερεφός επισημαίνει ότι δεν θα πρέπει να χάνουμε το μέτρο. «Η υπερπροστασία και η… UVBφοβία που έχουν πιάσει τον κόσμο έχουν οδηγήσει σε υπερβολές. Δεν πρέπει να κρυβόμαστε από τις ευεργετικές ακτίνες του ήλιου, η έκθεση στις οποίες παράγει και τη βιταμίνη D» λέει. «Δυστυχώς, το έλλειμμα βιταμίνης D που παρατηρείται στους λαούς των βορείων χωρών της Ευρώπης άρχισε να διαφαίνεται και στην Ελλάδα. Είναι ένα σημαντικό πρόβλημα και οφείλεται στη χρήση αντηλιακών υπερβολικά μεγάλου δείκτη προστασίας».
Η επιτυχία της παγκόσμιας δράσης
Η αραίωση του στρώματος του όζοντος στη στρατόσφαιρα εξαιτίας της χρήσης των χλωροφθορανθράκων (CFC) στα σπρέι και στα ψυγεία έγινε αντιληπτή από τους επιστήμονες στη δεκαετία του 1970. Η επίσημη αντίδραση άργησε σχετικά να έρθει, κυρίως λόγω της αντίστασης των βιομηχανιών. Το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ, το οποίο απαγορεύει τη χρήση CFC και άλλων ουσιών που βλάπτουν το όζον, υιοθετήθηκε τελικά το 1987, αρχικά δειλά-δειλά. Γρήγορα όμως εξασφάλισε αθρόα συμμετοχή (έχει υπογραφεί απ’ όλα τα κράτη-μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και όχι μόνο) και θεωρείται ιδιαίτερα επιτυχημένο.
«Αν δεν είχε εφαρμοστεί το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ θα έπρεπε να κάνουμε τις υπαίθριες εργασίες νύχτα και να κοιμόμαστε την ημέρα» σημειώνει ο κ. Ζερεφός. «Αυτό είχε συμβεί παροδικά στο Πούντα Αρένας της Χιλής. Εκεί παρατήρησαν ότι στα διαλείμματα των μαθημάτων το δέρμα των παιδιών κοκκίνιζε μέσα σε λίγα λεπτά. Τότε ο δήμαρχος έκλεισε τα σχολεία μέχρις ότου η “τρύπα” του όζοντος απομακρυνθεί από την περιοχή, ενώ οι πολίτες απέφευγαν να κυκλοφορούν στους δρόμους την ημέρα».
ΠΗΓΗ: tovima.gr
Τώρα η προσπάθεια φαίνεται να αποδίδει πλήρως τους καρπούς της. Οχι μόνο το στρώμα του όζοντος φαίνεται πλέον να αποκαθίσταται σταθερά, αλλά επιτέλους η αποκατάσταση αυτή συνοδεύεται και από αισθητή μείωση της επικίνδυνης ακτινοβολίας. Τα καλά νέα, τα οποία δείχνουν ότι όταν θέλουμε μπορούμε να κάνουμε κάτι για το περιβάλλον, έρχονται από έλληνες ερευνητές, οι οποίοι όμως προειδοποιούν: αν και πράγματι ο ήλιος γίνεται λιγότερο επικίνδυνος, αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να πάψουμε να τον αντιμετωπίζουμε με προσοχή.
«Επιτέλους, ένα καλό νέο από την Ελλάδα!». Το σχόλιο, το οποίο προέρχεται από έναν διακεκριμένο γερμανό επιστήμονα, έχει πολλαπλή σημασία. Εκτός του ότι τα καλά νέα από τη χώρα μας σπανίζουν τελευταία, οι θετικές εξελίξεις που αφορούν την κατάσταση του πλανήτη μας είναι ακόμη σπανιότερες. Μια επιστημονική έρευνα ελληνικής προέλευσης διαπιστώνει όμως ότι δεν είναι απίθανες. Και αποδεικνύει ότι, όταν αποφασίζουμε, συλλογικά και σε παγκόσμιο επίπεδο, να λάβουμε τα σωστά μέτρα και να τα τηρήσουμε, μπορούμε να κάνουμε τη διαφορά.
Οι Έλληνες ερευνητές με επικεφαλής τον ακαδημαϊκό Χρήστο Ζερεφό έδειξαν, για πρώτη φορά ύστερα από δεκαετίες, ότι η αποκατάσταση του στρώματος του όζοντος στην ατμόσφαιρα η οποία παρατηρείται τα τελευταία χρόνια άρχισε επιτέλους να συνοδεύεται από το επιθυμητό αποτέλεσμα: τη μείωση της καρκινογόνου υπεριώδους ακτινοβολίας Β (UVB).
Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να βγάλετε το βραχιολάκι του Μάρτη από το χέρι σας και να τρέξετε να «ψηθείτε» στον ανοιξιάτικο ήλιο. Αφενός, αν και η μείωση είναι αισθητή και φαίνεται ότι θα συνεχιστεί τις επόμενες δεκαετίες, δεν έχει φθάσει ακόμη στα επιθυμητά επίπεδα. Αφετέρου, όπως προειδοποιεί ο κ. Ζερεφός μιλώντας στο «Βήμα», η ηλιακή ακτινοβολία πάντα κρύβει κινδύνους για την υγεία μας. «Αυτά τα καλά νέα δεν πρέπει να μας καθησυχάζουν» τονίζει. «Μπορούμε να χαιρόμαστε τον ήλιο αλλά με προσοχή. Να μην εξαντλούμε την “τράπεζα” υπεριώδους ακτινοβολίας με την οποία γεννηθήκαμε. Κάθε έγκαυμα από τον ήλιο, όσο μικρό και αν είναι, δημιουργεί ένα έλλειμμα σε αυτή την τράπεζα, ιδιαίτερα όταν συμβαίνει σε μικρές ηλικίες».
Θεαματική μείωση της ακτινοβολίας
Από το 2007 η UVB έχει μειωθεί κατά 2%. «Αυτό είναι τεράστιο ποσοστό για τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Το τεστάραμε με μετρήσεις ακριβείας στον Καναδά, στην Ευρώπη και στην Ιαπωνία» λέει ο ακαδημαϊκός. Αντίθετα, η υπεριώδης ακτινοβολία Α (UVA), η οποία δεν απορροφάται από το στρώμα του όζοντος, συνεχίζει να αυξάνεται επειδή ο ήλιος γίνεται φωτεινότερος. Η UVB προκαλεί εγκαύματα και διάφορες μορφές καρκίνου του δέρματος ενώ η UVA επιδρά στον υποδόριο ιστό και μπορεί να αλλάξει τη δομή του κολλαγόνου και των ινών ελαστίνης του δέρματος, επιταχύνοντας έτσι τη γήρανσή του.
Αν και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί απέναντι σε αυτούς τους κινδύνους, ο κ. Ζερεφός επισημαίνει ότι δεν θα πρέπει να χάνουμε το μέτρο. «Η υπερπροστασία και η… UVBφοβία που έχουν πιάσει τον κόσμο έχουν οδηγήσει σε υπερβολές. Δεν πρέπει να κρυβόμαστε από τις ευεργετικές ακτίνες του ήλιου, η έκθεση στις οποίες παράγει και τη βιταμίνη D» λέει. «Δυστυχώς, το έλλειμμα βιταμίνης D που παρατηρείται στους λαούς των βορείων χωρών της Ευρώπης άρχισε να διαφαίνεται και στην Ελλάδα. Είναι ένα σημαντικό πρόβλημα και οφείλεται στη χρήση αντηλιακών υπερβολικά μεγάλου δείκτη προστασίας».
Η επιτυχία της παγκόσμιας δράσης
Η αραίωση του στρώματος του όζοντος στη στρατόσφαιρα εξαιτίας της χρήσης των χλωροφθορανθράκων (CFC) στα σπρέι και στα ψυγεία έγινε αντιληπτή από τους επιστήμονες στη δεκαετία του 1970. Η επίσημη αντίδραση άργησε σχετικά να έρθει, κυρίως λόγω της αντίστασης των βιομηχανιών. Το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ, το οποίο απαγορεύει τη χρήση CFC και άλλων ουσιών που βλάπτουν το όζον, υιοθετήθηκε τελικά το 1987, αρχικά δειλά-δειλά. Γρήγορα όμως εξασφάλισε αθρόα συμμετοχή (έχει υπογραφεί απ’ όλα τα κράτη-μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και όχι μόνο) και θεωρείται ιδιαίτερα επιτυχημένο.
«Αν δεν είχε εφαρμοστεί το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ θα έπρεπε να κάνουμε τις υπαίθριες εργασίες νύχτα και να κοιμόμαστε την ημέρα» σημειώνει ο κ. Ζερεφός. «Αυτό είχε συμβεί παροδικά στο Πούντα Αρένας της Χιλής. Εκεί παρατήρησαν ότι στα διαλείμματα των μαθημάτων το δέρμα των παιδιών κοκκίνιζε μέσα σε λίγα λεπτά. Τότε ο δήμαρχος έκλεισε τα σχολεία μέχρις ότου η “τρύπα” του όζοντος απομακρυνθεί από την περιοχή, ενώ οι πολίτες απέφευγαν να κυκλοφορούν στους δρόμους την ημέρα».
ΠΗΓΗ: tovima.gr