Η φθορίωση του νερού αποτελεί ένα από τα δέκα πιο πολύτιμα μέτρα δημοσίας υγείας του 20ού αιώνα, σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης των Ασθενειών (CDC) των ΗΠΑ.
Τα πρώτα χρόνια που εφαρμόστηκε τα ποσοστά της τερηδόνας μεταξύ των νέων μειώθηκαν κατά 60% στις κοινότητες που την υιοθέτησαν, ενώ σταδιακά παρατηρήθηκε μείωση και στα ποσοστά στα μικρά παιδιά και στους υπόλοιπους ενηλίκους.
Με το πέρασμα του χρόνου άρχισε να προστίθεται φθόριο σε εμπορικά προϊόντα, όπως οδοντόπαστες και στοματικά διαλύματα, ενώ τελικά δημιουργήθηκαν και προϊόντα φθορίου, όπως ταμπλέτες, σταγόνες και τζελ, για επαγγελματική χρήση. Επιπλέον, ακόμα και αν σε μια κοινότητα το πόσιμο νερό δεν ήταν φθοριωμένο, ο πληθυσμός μπορούσε να εκτεθεί σε αυτό μέσω τροφίμων και ροφημάτων που είχαν παραχθεί αλλού.
Αυτές οι δευτερεύουσες πηγές φθορίου μείωσαν κάπως το όφελος που προέρχεται απευθείας από τη φθορίωση του πόσιμου νερού, αλλά ακόμη και σήμερα το 25%-40% της μείωσης στα ποσοστά της τερηδόνας αποδίδεται σε αυτήν.
Οπως με όλες τις εξελίξεις, έτσι και η φθορίωση του νερού για την προστασία της οδοντικής υγείας αμφισβητήθηκε έντονα και κατηγορήθηκε, μεταξύ άλλων, για πλήθος δεινών – από την καρδιοπάθεια και τον καρκίνο έως το σύνδρομο Ντάουν, το AIDS, αλλεργίες, τη νόσο Αλτσχάιμερ, τη νοητική υστέρηση, την οστεοπόρωση και τα κατάγματα.
Κανένας από αυτούς τους υποτιθέμενους κινδύνους δεν τεκμηριώθηκε ποτέ επιστημονικά μέσα από αξιόπιστες μελέτες. Ο μόνος αποδεδειγμένος κίνδυνος είναι μια διαταραχή που αποκαλείται υπερφθορίωση και οδηγεί σε λευκές ή μερικές φορές καφετί κηλίδες στα δόντια. Η διαταραχή αυτή, όμως, σπανίως προκαλείται από τη φυσιολογική πρόσληψη φθορίου: οφείλεται στην υπερκατανάλωσή του.
Οπως ισχύει για τις περισσότερες ουσίες, έτσι και στην περίπτωση του φθορίου η δόση δημιουργεί το δηλητήριο: σε πολύ υψηλές ποσότητες το φθόριο είναι τοξικό και τα προϊόντα που περιέχουν ισχυρά διαλύματα φθορίου πρέπει να φυλάσσονται σε χώρους όπου δεν φτάνουν τα παιδιά.
Επιπλέον, δεν συνιστάται να χορηγείται φθόριο σε βρέφη ηλικίας κάτω των 6 μηνών (το τεχνητό γάλα πρέπει να παράγεται με μη φθοριωμένο νερό), ενώ τα παιδιά ηλικίας κάτω των 2 ετών δεν πρέπει να βουρτσίζουν τα δόντια τους με οδοντόπαστα με φθόριο (fluoride). Από τα 2 μέχρι τα 6 τους, εξάλλου, πρέπει να τα βουρτσίζουν υπό επίβλεψη με φθοριωμένη οδοντόπαστα, ώστε να είναι βέβαιο ότι δεν την καταπίνουν.
Τρόπος δράσης
Το φθόριο δρα πρωτίστως τοπικά στα δόντια. Η εξωτερική ουσία των δοντιών, η αδαμαντίνη ουσία, είναι «υγρή» και καθημερινά χάνει ιχνοστοιχεία και τα ανακτά με δύο διαδικασίες γνωστές ως απομετάλλωση και επιμετάλλωση αντιστοίχως.
Η τερηδόνα, από την άλλη πλευρά, είναι μια λοιμώδης νόσος, καθώς προκαλείται όταν τα βακτήρια του στόματος παράγουν οξέα που «τρώνε» την αδαμαντίνη και την υποκείμενή της οδοντίνη ουσία των δοντιών.
Το φθόριο που υπάρχει στο σάλιο συγκεντρώνεται στην πλάκα η οποία σχηματίζεται επάνω στα δόντια, εμποδίζοντας τη δράση αυτών των οξέων στα ιχνοστοιχεία των δοντιών. Διεγείρει επίσης την επιμετάλλωση των δοντιών, κολλώντας στις επιφάνειές τους και έλκοντας σε αυτές τα ιόντα ασβεστίου που περιέχει το σάλιο.
Το φθόριο του πόσιμου νερού, εξάλλου, δεσμεύεται από τα βακτήρια του στόματος, με αποτέλεσμα να εμποδίζει την ικανότητά τους να παράγουν οξέα.
Παρ’ όλα αυτά, δίχως καθημερινή, καλή στοματική υγιεινή και συστηματικό καθαρισμό από τον οδοντίατρο (μία φορά κάθε έξι μήνες) μπορεί να αναπτυχθεί τερηδόνα, η οποία αν αφεθεί δίχως θεραπεία οδηγεί σε εξαντλητικό πόνο, απώλεια των δοντιών και ανάγκη για «γέφυρα». Στις ακραίες περιπτώσεις, βακτήρια του στόματος μπορεί να εισέλθουν στο αίμα και να απειλήσουν τη ζωή.
Οι ευάλωτοι στην τερηδόνα
Ιδιαίτερα ευάλωτοι στην ανάπτυξη τερηδόνας είναι όσοι έχουν ήδη πολλά σφραγίσματα, όσοι έχουν ουλίτιδα και όσοι φέρουν «κορόνες», «γέφυρες» ή «σιδεράκια».
Αυξημένο κίνδυνο διατρέχουν και οι πάσχοντες από ξηροστομία (όπως λ.χ. όσοι έχουν σύνδρομο Sjogren’s), όσοι παίρνουν φάρμακα που μειώνουν την παραγωγή σιέλου (όπως τα αντιισταμινικά και τα αντιυπερτασικά) και όσοι υποβάλλονται σε ακτινοθεραπεία στην κεφαλή ή στον τράχηλο (λαιμό).
Ορισμένα φίλτρα νερού, εξάλλου, απομακρύνουν το φθόριο: στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα φίλτρα ανάστροφης ώσμωσης και τα φίλτρα ενεργού άνθρακα εμβαπτισμένου σε άργυρο. Τα μαλακτικά νερού και τα απλά φίλτρα άνθρακα δεν το απομακρύνουν.
Πηγή: Τα Νέα
real.gr
Τα πρώτα χρόνια που εφαρμόστηκε τα ποσοστά της τερηδόνας μεταξύ των νέων μειώθηκαν κατά 60% στις κοινότητες που την υιοθέτησαν, ενώ σταδιακά παρατηρήθηκε μείωση και στα ποσοστά στα μικρά παιδιά και στους υπόλοιπους ενηλίκους.
Με το πέρασμα του χρόνου άρχισε να προστίθεται φθόριο σε εμπορικά προϊόντα, όπως οδοντόπαστες και στοματικά διαλύματα, ενώ τελικά δημιουργήθηκαν και προϊόντα φθορίου, όπως ταμπλέτες, σταγόνες και τζελ, για επαγγελματική χρήση. Επιπλέον, ακόμα και αν σε μια κοινότητα το πόσιμο νερό δεν ήταν φθοριωμένο, ο πληθυσμός μπορούσε να εκτεθεί σε αυτό μέσω τροφίμων και ροφημάτων που είχαν παραχθεί αλλού.
Αυτές οι δευτερεύουσες πηγές φθορίου μείωσαν κάπως το όφελος που προέρχεται απευθείας από τη φθορίωση του πόσιμου νερού, αλλά ακόμη και σήμερα το 25%-40% της μείωσης στα ποσοστά της τερηδόνας αποδίδεται σε αυτήν.
Οπως με όλες τις εξελίξεις, έτσι και η φθορίωση του νερού για την προστασία της οδοντικής υγείας αμφισβητήθηκε έντονα και κατηγορήθηκε, μεταξύ άλλων, για πλήθος δεινών – από την καρδιοπάθεια και τον καρκίνο έως το σύνδρομο Ντάουν, το AIDS, αλλεργίες, τη νόσο Αλτσχάιμερ, τη νοητική υστέρηση, την οστεοπόρωση και τα κατάγματα.
Κανένας από αυτούς τους υποτιθέμενους κινδύνους δεν τεκμηριώθηκε ποτέ επιστημονικά μέσα από αξιόπιστες μελέτες. Ο μόνος αποδεδειγμένος κίνδυνος είναι μια διαταραχή που αποκαλείται υπερφθορίωση και οδηγεί σε λευκές ή μερικές φορές καφετί κηλίδες στα δόντια. Η διαταραχή αυτή, όμως, σπανίως προκαλείται από τη φυσιολογική πρόσληψη φθορίου: οφείλεται στην υπερκατανάλωσή του.
Οπως ισχύει για τις περισσότερες ουσίες, έτσι και στην περίπτωση του φθορίου η δόση δημιουργεί το δηλητήριο: σε πολύ υψηλές ποσότητες το φθόριο είναι τοξικό και τα προϊόντα που περιέχουν ισχυρά διαλύματα φθορίου πρέπει να φυλάσσονται σε χώρους όπου δεν φτάνουν τα παιδιά.
Επιπλέον, δεν συνιστάται να χορηγείται φθόριο σε βρέφη ηλικίας κάτω των 6 μηνών (το τεχνητό γάλα πρέπει να παράγεται με μη φθοριωμένο νερό), ενώ τα παιδιά ηλικίας κάτω των 2 ετών δεν πρέπει να βουρτσίζουν τα δόντια τους με οδοντόπαστα με φθόριο (fluoride). Από τα 2 μέχρι τα 6 τους, εξάλλου, πρέπει να τα βουρτσίζουν υπό επίβλεψη με φθοριωμένη οδοντόπαστα, ώστε να είναι βέβαιο ότι δεν την καταπίνουν.
Τρόπος δράσης
Το φθόριο δρα πρωτίστως τοπικά στα δόντια. Η εξωτερική ουσία των δοντιών, η αδαμαντίνη ουσία, είναι «υγρή» και καθημερινά χάνει ιχνοστοιχεία και τα ανακτά με δύο διαδικασίες γνωστές ως απομετάλλωση και επιμετάλλωση αντιστοίχως.
Η τερηδόνα, από την άλλη πλευρά, είναι μια λοιμώδης νόσος, καθώς προκαλείται όταν τα βακτήρια του στόματος παράγουν οξέα που «τρώνε» την αδαμαντίνη και την υποκείμενή της οδοντίνη ουσία των δοντιών.
Το φθόριο που υπάρχει στο σάλιο συγκεντρώνεται στην πλάκα η οποία σχηματίζεται επάνω στα δόντια, εμποδίζοντας τη δράση αυτών των οξέων στα ιχνοστοιχεία των δοντιών. Διεγείρει επίσης την επιμετάλλωση των δοντιών, κολλώντας στις επιφάνειές τους και έλκοντας σε αυτές τα ιόντα ασβεστίου που περιέχει το σάλιο.
Το φθόριο του πόσιμου νερού, εξάλλου, δεσμεύεται από τα βακτήρια του στόματος, με αποτέλεσμα να εμποδίζει την ικανότητά τους να παράγουν οξέα.
Παρ’ όλα αυτά, δίχως καθημερινή, καλή στοματική υγιεινή και συστηματικό καθαρισμό από τον οδοντίατρο (μία φορά κάθε έξι μήνες) μπορεί να αναπτυχθεί τερηδόνα, η οποία αν αφεθεί δίχως θεραπεία οδηγεί σε εξαντλητικό πόνο, απώλεια των δοντιών και ανάγκη για «γέφυρα». Στις ακραίες περιπτώσεις, βακτήρια του στόματος μπορεί να εισέλθουν στο αίμα και να απειλήσουν τη ζωή.
Οι ευάλωτοι στην τερηδόνα
Ιδιαίτερα ευάλωτοι στην ανάπτυξη τερηδόνας είναι όσοι έχουν ήδη πολλά σφραγίσματα, όσοι έχουν ουλίτιδα και όσοι φέρουν «κορόνες», «γέφυρες» ή «σιδεράκια».
Αυξημένο κίνδυνο διατρέχουν και οι πάσχοντες από ξηροστομία (όπως λ.χ. όσοι έχουν σύνδρομο Sjogren’s), όσοι παίρνουν φάρμακα που μειώνουν την παραγωγή σιέλου (όπως τα αντιισταμινικά και τα αντιυπερτασικά) και όσοι υποβάλλονται σε ακτινοθεραπεία στην κεφαλή ή στον τράχηλο (λαιμό).
Ορισμένα φίλτρα νερού, εξάλλου, απομακρύνουν το φθόριο: στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα φίλτρα ανάστροφης ώσμωσης και τα φίλτρα ενεργού άνθρακα εμβαπτισμένου σε άργυρο. Τα μαλακτικά νερού και τα απλά φίλτρα άνθρακα δεν το απομακρύνουν.
Πηγή: Τα Νέα
real.gr