Του Αλέξανδρου Αυλωνίτη
«Πράσινο φως» για τη δικαίωση των συμβασιούχων «παλαιότερης γενιάς» που απασχολούνταν πριν από την αλλαγή του Συντάγματος τον Απρίλιο του 2001 (οπότε απαγορεύθηκε η μετατροπή των συμβάσεων από ορισμένου σε αορίστου χρόνου) ανάβει χθεσινή απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου. Το ανώτατο δικαστήριο επιτρέπει παράλληλα τη δικαίωση και άλλων (π.χ. μέχρι τον Απρίλιο του 2003, που ενσωματώθηκε για πρώτη φορά στο δίκαιό μας κοινοτική οδηγία 1999/70 με το Π.Δ. 81/83), ενώ αφήνει ανοικτό το ζήτημα των συμβασιούχων «νεότερης γενιάς».Ενθαρρυντικά για όλους τους εργαζόμενους στοιχεία είναι, πάντως, το ότι ο Αρειος Πάγος υπερασπίζεται το δικαίωμα της Δικαιοσύνης να δίνει εκείνη τον πραγματικό νομικό χαρακτηρισμό μιας εργασιακής σχέσης (ανεξάρτητα από το χαρακτηρισμό που δίνει ο εργοδότης, ο νόμος ή ο εσωτερικός κανονισμός που έχει ισχύ νόμου), καθώς και ότι εφαρμόζει πλήρως τον προστατευτικό για τους εργαζόμενους ν. 2112/20 (επί Ελ. Βενιζέλου), υπογραμμίζοντας, μάλιστα, ότι «παρέχει πληρέστερη προστασία έναντι εκείνης που παρέχει η μεταγενέστερη κοινοτική οδηγία 1999/70/ΕΚ».
Οι δύο νέες αποφάσεις του Αρείου Πάγου (7-8/11) ξεπερνούν τη συνταγματική απαγόρευση για μονιμοποιήσεις, κρίνοντας ότι για τις παλαιότερες αυτές αγωγές (υποβλήθηκαν το διάστημα 1995/98) πρέπει να εφαρμοστεί ο ν. 2112/20 και το ευνοϊκότερο ισχύον τότε νομοθετικό πλαίσιο, ενώ δεν επιτρέπεται να εφαρμοστούν οι μεταγενέστερες περιοριστικές και απαγορευτικές ρυθμίσεις.
Δικαίωση
Ετσι, για όσους ανήκουν στους «νεότερης γενιάς» συμβασιούχους ελπίδες δικαίωσης υπάρχουν καταρχήν εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που έθεσε το Π.Δ. 164/04 («διάταγμα Παυλόπουλου»), όπως δέχθηκε η πρόσφατη νομολογία, ενώ για πολλούς ακόμα η δικαστική περιπέτεια της μονιμοποίησης θα συνεχιστεί, αφού εκκρεμούν και άλλες υποθέσεις στην Ολομέλεια, που θα κρίνουν την τύχη και άλλων κατηγοριών συμβασιούχων. Νομικοί επισημαίνουν, πάντως, ότι με το Π.Δ. 164 κρίθηκε από τη Δικαιοσύνη ότι -παρά τη συνταγματική απαγόρευση το 2001- μπορούσε να δοθεί μία τελευταία συνταγματική ευκαιρία και ανοχή για μονιμοποιήσεις. Στις αποφάσεις της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου κρίνεται ότι η πρόσληψη συμβασιούχων καθαριστριών του ΟΠΑΠ με μονοήμερες διαδοχικές συμβάσεις (που ανανεώθηκαν χιλιάδες φορές επί δεκαετίες) έγινε προσχηματικά για την κάλυψη έκτακτων και απρόβλεπτων αναγκών, ενώ στην πραγματικότητα αποσκοπούσαν στην κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών. Πρόκειται για καταχρηστική άσκηση διευθυντικού δικαιώματος του ΟΠΑΠ, που έγινε για να καταστρατηγηθούν δικαιώματα των εργαζομένων, κατά προφανή υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη κ.λπ.
Μονοήμερες συμβάσεις
Οι προσλήψεις των συμβασιούχων έγιναν αρχές του 1990 με μονοήμερες συμβάσεις, όπως πρόβλεπε ο Εσωτερικός Κανονισμός του ΟΠΑΠ (που έχει ισχύ νόμου) για όσους καλύπτουν έκτακτες ανάγκες, παρ' όλο που εργάζονταν με πλήρες 5ήμερο ωράριο. Μόλις ο ΟΠΑΠ περιόρισε τις εργάσιμες μέρες σε 4 ή 3, προσέφυγαν (το 1995-98) στα δικαστήρια, αξιώνοντας μονιμοποίηση και διαφορές αποδοχών.
Ανατρέποντας την αντίθετη εφετειακή απόφαση, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έκρινε νόμιμη την αγωγή των συμβασιούχων τονίζοντας ότι μπορούσαν να μονιμοποιηθούν με βάση το ν. 2112/20, αφού με καταχρηστική άσκηση διευθυντικού δικαιώματος ο εργοδότης σύναψε συμβάσεις ορισμένου χρόνου, ενώ όφειλε να συνάψει αορίστου χρόνου, γιατί η εργασία τους κάλυπτε πάγιες και διαρκείς ανάγκες.
http://www.imerisia.gr/